Τρίτη 18 Μαρτίου 2008

Πλαστικοποιημένοι καταναλωτές ενός πλαστικοποιημένου πολιτισμού;

Ως μια παράμετρο του συστήματος κυριαρχίας, που σταδιακά εντείνει την διείσδυση του στην καθημερινότητα του ανθρώπου με ολέθριο τρόπο, αποτελεί η βιομηχανοποίηση της τροφής. Με τον συγκεκριμένο όρο θεωρούνται όσα τρόφιμα έχουν επεξεργαστεί-τυποποιηθεί και συμμετέχουν σε μια αλυσίδα εφοδιασμού, από τη διαδικασία παραγωγής έως τον τελικό αποδέκτη τον άνθρωπο-καταναλωτή ή αλλιώς homo-concemus. Οι συγκεκριμένες δομημένες σχέσεις εξουσίας και επιβολής που καθορίζονται διακριτά η σε συνδυασμό από τους κρατικούς φορείς και την ελίτ της οικονομικής αγοράς δημιουργούν τις συνθήκες εκείνες ώστε να κατασκευάζεται ένας μοντέρνος καταναλωτής με ανάγκες που ουσιαστικά του έχουν επιβληθεί και αποτελούν επιπρόσθετες μορφές χειραγώγησης. Το σύγχρονο μοντέλο «ζωής» που απαιτεί πολλές ώρες εργασία και γρήγορους ρυθμούς, οδηγεί αναπόφευκτα στη λύση των βιομηχανοποιημένων τροφίμων, που τις περισσότερες φορές είναι άμεσα και φθηνότερα καταναλώσιμες(fast food, κατεψυγμένα κλπ). Έτσι, το κράτος, μη ξεχνώντας τον κύριο λόγο ύπαρξης του, παράσχει όλο εκείνο το πλαίσιο(νομοθετικό και όχι μόνο) που οι οικονομικοί τεχνοκράτες θεωρούν αναγκαίο για να πλουτίσουν ακόμα περισσότερο. Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε την έμμονη ανάπτυξη μιας σύγχρονης τεχνοεπιστήμης, την βιοτεχνολογία που αναπτύσσεται σε διάφορους τομείς, με κυριότερους εκείνους της ιατρικής και των τροφίμων. Δεν είναι καθόλου υπερβολή εάν θεωρήσουμε την συγκεκριμένη επιστήμη ως μια σύγχρονη τεχνολογία επιβολής και εξουσίας πάνω στον άνθρωπο.
Καλώς ήρθατε στην εποχή της απόλυτα βιομηχανοποιημένης τροφής.
Φρούτα τυλιγμένα σε ζελατίνα, μαρούλια σε ναϋλον σακουλάκια, αστραφτερές φλούδες βερνικωμένες με κερί, ψωμί κατεψυγμένο από το σούπερ-μάρκετ, όλα τα ζαρζαβατικά τυποποιημένα, ντομάτες ίδιο μέγεθος ίδιο χρώμα…τα παραδείγματα φαντάζουν ατελείωτα. Στην εποχή της «ανάπτυξης», κράτος και επιχειρήσεις έχουν ένα κοινό στόχο: κέρδος και εξουσία. Η απόλυτη βιομηχανοποίηση των τροφίμων έχει ως αποτέλεσμα να καταναλώνουμε τρόφιμα, τα συστατικά των οποίων όχι μόνο δεν γνωρίζουμε, αλλά και είναι αδύνατον να ελέγξουμε, δημιουργώντας αποξένωση μεταξύ παραγωγού και τελικού αποδέκτη. Έτσι, ενώ στο παρελθόν τα τρόφιμα ακολουθούσαν μια απλή άμεση διαδρομή, από το αγρόκτημα στο τραπέζι, σήμερα, η διατροφική αλυσίδα έχει αλλοιωθεί από ένα βιομηχανικό μοντέλο παραγωγής. Κάποτε ο άνθρωπος κυνηγούσε την τροφή του, σήμερα η τροφή κυνηγά τον άνθρωπο. Μόνο στις ΗΠΑ παιδιά ηλικίας 8-12 χρόνων βλέπουν καθημερινά 21 διαφημίσεις τροφίμων και περισσότερα από 11 δις δολ. ξοδεύονται από τη βιομηχανία τροφίμων για να μας πείσουν να αγοράσουμε τα προϊόντα τους.
Μικρή ιστορική αναδρομή της τροφής
Για χιλιάδες χρόνια, ο άνθρωπος εφοδιαζόταν την απαραίτητη για την επιβίωσή του τροφή συλλέγοντας τυχαία φυτά, φρούτα, ρίζες, μικρά θηράματα και αποφάγια άλλων σαρκοβόρων. Μέχρι το 10.000 π.Χ. είχε πλέον μάθει να κυνηγάει, να αποθηκεύει φρούτα, να αποξηραίνει ψάρια για μελλοντική κατανάλωση, ενώ λίγο αργότερα δημιουργούσε τα πρώτα κοπάδια από κατοικίδια ζώα . Η «γεωργική - αγροτική επανάσταση», η μετάβαση δηλαδή του ανθρώπου από συλλέκτη σε παραγωγό τροφίμων χρονολογείται μεταξύ 8ης και 9ης χιλιετίας π.Χ.. Για πρώτη φορά ήταν δυνατή η μόνιμη εγκατάσταση του άνθρωπου και αρχίζει μέσω της επέκτασης του πεδίου καλλιέργειας η αύξηση της βιοποικιλότητας με τη δημιουργία ντόπιων ποικιλιών. Μέχρι το 18-19ο αιώνα, βασικός ρόλος της γεωργίας παραμένει η παραγωγή κυρίως για την αυτοκατανάλωση, η αυτάρκεια της οικογένειας, του χωριού, της επαρχίας, ενώ εξακολουθεί να στηρίζεται στην πολυκαλλιέργεια και την παρατήρηση της φύσης. Οι οικογένειες συνήθως ανταλλάσσουν τα προϊόντα μεταξύ τους χωρίς τη μεσολάβηση του χρήματος ή τα πουλάνε στην κοντινή αγορά, απολαμβάνοντας σταθερά εισοδήματα και ισχυρούς κοινοτικούς δεσμούς. Τα ζώα παρείχαν το απαραίτητο λίπασμα και οι σπόροι κρατούνταν από την προηγούμενη σοδειά, ύστερα από την προσεκτική διαλογή τους από τα καλύτερα φυτά. Το 1750 ξεκινάει από την Αγγλία η «βιομηχανική επανάσταση» και το 1810, σε μια εποχή που ακόμα η γεωργία ασκούνταν ως τέχνη, ο A. von Thaer δηλώνοντας ότι η γεωργία είναι εμπόριο, σκοπός του οποίου είναι η δημιουργία κέρδους μέσω της φυτικής και ζωικής παραγωγής, σηματοδοτεί την αρχή μίας νέας περιόδου, όπου η φύση αποτελεί μία μηχανή για κέρδη και η γεωργία ένα κλάδο της βιομηχανίας. Βαθμιαία οι γεωργοί προωθούν τα προϊόντα τους όλο και περισσότερο για την αγορά. Το ποσοστό των απασχολούμενων στη γεωργία ήταν ακόμα πολύ μεγάλο, ενώ μεγάλες εκτάσεις έμεναν ακαλλιέργητες επειδή δεν επαρκούσαν τα εργατικά χέρια. Με την εδραίωση της αποικιοκρατίας πολλά πράγματα αλλάζουν: η γη δεν ανήκει πια στους δουλευτές της, αναπτύσσεται το διεθνές εμπόριο, εμφανίζονται εκτεταμένες μονοκαλλιέργειες και ξεκινά η διάρρηξη των κοινοτικών θεσμών και των οικονομιών της επιβίωσης ή αυτάρκειας. Έτσι φτάνουμε στο 2ο παγκόσμιο πόλεμο, όπου η έρευνα για την εξεύρεση νευροτοξικών χημικών όπλων είχε ως συνέπεια την ανακάλυψη μίας καινούριας ομάδας εντομοκτόνων, τα οργανοφωσφορικά (η συμμαχία μεταξύ βιομηχανίας φαρμάκων και στρατού θα φανεί και αργότερα την περίοδο 1962-70 κατά τη διάρκεια της εμπλοκής των Η.Π.Α. στον πόλεμο του Βιετνάμ που συνοδεύτηκε από εκτεταμένη χρήση τοξικών αποφυλλωτικών με βάση τη διοξίνη και χημικών αερίων). Από τη δεκαετία του 1950, η αναπτυσσόμενη χημική βιομηχανία προώθησε μέσω υποσχέσεων για την καταπολέμηση της φτώχειας το μετασχηματισμό της γεωργικής παραγωγής προς ένα σύστημα βασισμένο στην αυξημένη ποσότητα εισροών (λιπάσματα, γεωργικά μηχανήματα, υβρίδια) και την επέκταση των μονοκαλλιεργειών. Η διαδικασία αυτή, που ονομάστηκε «πράσινη επανάσταση», εγκαινίασε την απόπειρα των επιχειρήσεων για ρύθμιση της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων επεκτείνοντας τον έλεγχο τους στα διάφορα διατροφικά συστήματα του πλανήτη. Το 1962, η Rachel Carson σόκαρε εκατομμύρια αναγνωστών ενημερώνοντας για τις καταστροφικές επιδράσεις του DDT και άλλων εντομοκτόνων και ζιζανιοκτόνων, τα οποία ονόμαζε «ελιξίρια του θανάτου». Η στροφή προς τις μονοκαλλιέργειες ολοκληρώθηκε σε μεγάλο βαθμό στις αναπτυσσόμενες χώρες κατά τη διάρκεια των δεκαετιών 1980 και 1990 κυρίως επειδή η οικονομική «βοήθεια» των μεγάλων διεθνών οργανισμών και τα προγράμματα δομικής προσαρμογής (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Παγκόσμια Τράπεζα) επέβαλαν μεταξύ άλλων την αυξημένη παραγωγή για εξαγωγές,. Οι αλλαγές αυτές αύξησαν την ευπάθεια των μικρών αγροτών ή τους έδιωξαν από τη γη τους, μιας και η παραγωγή για εξαγωγές τείνει να απαιτεί περισσότερο κεφάλαιο και λιγότερη εργασία. Η επεξεργασία και η συσκευασία αρχίζουν σταδιακά να προσθέτουν στο αγροτικό προϊόν μεγαλύτερη αξία από αυτή που απολάμβανε ο παραγωγός ως τιμή πώλησης, με αποτέλεσμα οι βιομηχανίες τροφίμων που ασχολούνται με τη μεταποίηση να αποκτούν κυρίαρχο ρόλο στη διατροφική αλυσίδα. ενώ επιπλέον αρχίζουν να εμφανίζονται μία σειρά από διατροφικές κρίσεις. Παντού οι παραδοσιακές πρακτικές έχουν δώσει τη θέση τους σε γιγαντιαίες εργοστασιακές εγκαταστάσεις, εντείνοντας την εκμετάλλευση και απομακρύνοντας τον άνθρωπο από το φυσικό του χώρο. (Πηγή: ο Σπόρος).
Στην Εύβοια από την δεκαετία του ΄70 ξεκίνησε η εγκατάσταση δεκάδων πτηνοτροφικών μονάδων και στη συνέχεια τη δεκαετία του ΄80 λόγω των επιχορηγήσεων, παρατηρείται η ίδρυση χοιροτροφικών μονάδων. Είναι λίγο-πολύ γνωστοί οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για την γρήγορη ανάπτυξη και πάχυνση των ζώων. Για παράδειγμα, στις κότες αναλογεί ένας χώρος ίσος με μια κόλλα Α4 ενώ μεγαλώνουν τρεις φορές πιο γρήγορα σε σχέση με πριν από 50 χρόνια, τρώγοντας το 1/3 της τροφής. Αντίστοιχα στα γουρούνια, τους χορηγείται μια καταπραϋντική ουσία, η τετρακυλίνη, ώστε να καταστέλλεται η τάση τους για ελευθερία(εν αντιθέσει με τα άλλα «γουρουνάκια»). Επιπρόσθετα στη περιοχή μας, η γνωστή και μη εξαιρετέα ΣΟΓΙΑ ΕΛΛΑΣ, εισαγωγέας μεταλλαγμένης σόγιας και ζωοτροφών, προμηθεύει πολλές τοπικές μονάδες διοχετεύοντας σε όλη τη διατροφική αλυσίδα τη γενετικά τροποποιημένη τροφή. Έτσι παράλληλα με την χρήση συνθετικών ορμονών και αντιβιοτικών στα ζώα εμφανίζονται επικίνδυνα σύνδρομα, όπως αυτό της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας. Μια ακόμη επιχείρηση με ανάλογη δραστηριότητα στον χώρο των ζωοτροφών είναι η KEGO, η οποία προμηθεύει κυρίως ιχθυοτροφικές μονάδες.
Τα γνωστότερα διατροφικά σκάνδαλα της τελευταίας δεκαετίας, γρίπη των πτηνών και «τρελές» αγελάδες, είναι το αποτέλεσμα της πλήρους βιομηχανοποιημένης τροφής. Η ευρεία χρήση αντιβιοτικών και φαρμάκων με μοναδικό σκοπό τη μεγιστοποίηση του κέρδους, οδηγεί αναπόφευκτα σε παρενέργειες τόσο στο ζώο όσο και στον καταναλωτή. Μόνο όταν άρχισαν να εμφανίζονται οι τραγικές συνέπειες αυτής της επιλογής-θάνατοι δεκάδων ανθρώπων διεθνώς- δόθηκαν ορισμένα λεπτά δημοσιότητας στο θέμα. Αλλά και πάλι οι τηλεοπτικοί φωστήρες δεν στόχευαν στην ανάδειξη των αιτιών και των υπευθύνων του προβλήματος αλλά στη δημιουργία φόβου και πανικού στους καταναλωτές. Προσθέτοντας στο γενικότερα κλίμα ανασφάλειας που κατασκευάζουν ακόμα μια δόση φοβίας. Οι κρίσεις που εκδηλώνονται, όχι μόνο στο διατροφικό τομέα αλλά σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής, δεν προκύπτουν από παρθενογένεση αλλά από ένα συγκεκριμένο «πολιτισμό» που τις παράγει. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια η εκδήλωση ολέθριων φαινομένων για τον άνθρωπο και τη φύση μόνο έκπληξη δεν πρέπει να προκαλεί, αφού άπειρα ιστορικά παραδείγματα φανερώνουν το σκοτεινό πρόσωπο των κυρίαρχων και εκμεταλλευτών.
Πρόσφατα στον Έβρο καλλιεργήθηκαν μεταλλαγμένοι σπόροι καλαμποκιού εν αγνοία των αγροτών, στους οποίους οι εταιρείες πλάσαραν ως συμβατικούς. Παρότι καταστράφηκε μεγάλο μέρος της σοδειάς θεωρείται βέβαιο ότι μεγάλη ποσότητα του γενετικά τροποποιημένου καλαμποκιού όχι μόνο δεν καταστράφηκε αλλά κατέληξε στην αγορά με τη μορφή παιδικών τροφών, αλεύρων και άλλων προϊόντων. Σύμφωνα με τον Ενιαίο Φορέα Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ), 313 διαφορετικές χημικές ουσίες (πρόσθετα) επιτρέπεται να προστίθενται στα τρόφιμα. Από αυτές, οι 43 είναι χρωστικές, ενώ περισσότερες από δέκα ανήκουν στην κατηγορία των ενισχυτικών γεύσης. Ο καθένας καταναλώνει 5 κιλά περίπου συντηρητικά και χημικά το χρόνο με αρκετές βλαβερές συνέπειες. Για την διακίνηση των βιομηχανοποιημένων τροφών χρησιμοποιούνται διάφοροι τύποι πλαστικών, αρκετά απ’ τα οποία περιέχουν τοξικές ουσίες. Το PVC χρησιμοποιείται μέχρι και για πιπίλες και κουλούρες για τα δόντια των μωρών, θεωρείται ό,τι πιο επικίνδυνο για την υγεία και το περιβάλλον. Υπολείμματα από αυτές τις ουσίες, κυρίως της κατηγορίας των φθαλικών και των αδιπικών, διαρρέουν στις τροφές. Αυτές οι ουσίες προκαλούν καρκίνους, γενετικές ανωμαλίες, υπολειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και αναπτυξιακά προβλήματα σε παιδιά. Η εστραδιόλη είναι μια ορμόνη που είναι υπεύθυνη για την ανάπτυξη των γεννητικών οργάνων, των μαστών, του ύψους και της κατανομής του λίπους στις γυναίκες και σε συνδυασμό με τη διαρροή τοξικής ουσίας από κάποιο πλαστικό στην τροφή, είναι πιθανή η αλλοίωση γενετικών χαρακτηριστικών.
Παράλληλα, συνεχίζεται η διαδικασία ‘πατεντοποίησης’, δηλαδή οι ‘νόμοι για τα πνευματικά δικαιώματα που σχετίζονται με το εμπόριο’-TRIPS. Με τα trips εταιρείες κατοχυρώνουν την ιδιοκτησία και πατεντάρουν φυτικές ποικιλίες, φυλές ζώων, γονίδια, βακτήρια κλπ. κυρίως σε αφρική, λατινική αμερική και ασία. Οι μεγάλες εταιρίες ελέγχουν έτσι την παραγωγή και διανομή αγαθών και σπόρων παγκοσμίως. Για παράδειγμα, στην Ινδία, που επί αιώνες καλλιεργείται το ρύζι μπασμάτι, οι ΗΠΑ επιχειρούν να πατεντάρουν το σπόρο, ώστε να πληρώνουν δικαιώματα οι αγρότες που το καλλιεργούν. Στο Μπαντουμάρι, της κεντρικής Ινδίας, πριν λίγο καιρό, ένας καλλιεργητής βαμβακιού, ο 31χρονος Anil Kondba Shende ήπιε ένα μπουκάλι εντομοκτόνο και έπεσε νεκρός στο κατώφλι του σπιτιού του. Τα χρέη από τα δάνεια που πήρε για να σώσει τα λίγα στρέμματα βαμβακιού που καλλιεργούσε τον έπνιξαν οικονομικά. Η περίπτωση του δεν ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό, αλλά μια υπενθύμιση για τη κρίση που μαστίζει τους ινδούς αγρότες. Σε ολόκληρη τη χώρα και κυρίως σε φτωχούς θύλακες, συνολικά 17.017 αγρότες αυτοκτόνησαν το 2003, τη πιο πρόσφατη χρονιά για την οποία δίνει στοιχεία η κυβέρνηση. Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες όμως, ο αριθμός για τη φετινή χρονιά είναι μεγαλύτερος. Η εταιρεία Monsanto, για παράδειγμα, πουλά τους γενετικά μεταλλαγμένους σπόρους βαμβακιού που φύτεψε ο Shende, γνωστούς και ως Bt cotton, που είναι ανθεκτικοί σε ζιζάνια και μολύνσεις, ώστε σύμφωνα με την εταιρεία να μειώνεται η χρήση παρασιτοκτόνων κατά 25%. Η Monsanto είδε τις πωλήσεις της να υπερδιπλασιάζονται σε έναν χρόνο, αφού οι μεταλλαγμένοι σπόροι κοστίζουν διπλάσια από τους κανονικούς, οδηγώντας πολλούς αγρότες στους τοκογλύφους. Φέτος, ο Shende έσπειρε τα χωράφια του τρεις φορές με μεταλλαγμένους απόρους της Monsanto. Οι δυο σπορές πήγαν χαμένες επειδή οι μουσώνες άργησαν να έρθουν κι όταν οι ήρθαν, οι βροχές ήταν τόσο έντονες που το χωράφι του πλημμύρισε, καταστρέφοντας έτσι και την τρίτη σπορά.
Στη Δύση, την ίδια στιγμή, ετοιμάζουν ουρανοξύστη-φάρμα! Δεν είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας αλλά «όραμα» της ολλανδικής κυβέρνησης για τη βιομηχανική γεωργία. Το Deltapark, όπως ονομάζεται, τοποθετεί τη γεωργία στις πόλεις, όπου βρίσκονται οι καταναλωτές και τα σούπερ μάρκετ. Αφού μπορούν οι άνθρωποι να ζουν σε ουρανοξύστες γιατί όχι και τα γουρούνια; Το Deltapark είναι ένα «πάρκο αγροτικής παραγωγής» που θα το χειρίζονται μάνατζερ και όχι αγρότες και αποτελεί τη τελευταία περίπτωση έντασης μεταξύ οικολογίας και τεχνολογίας. Άλλωστε η χρηματιστηριοποίηση των τροφών, διεξάγεται καθημερινά μέσω των οικονομικών αγορών(Ν. Υόρκης, Λονδίνου κλπ), δημιουργώντας νομισματικές αξίες σε φυσικά αγαθά. Και αποτελεί ένα επιπλέον λόγο διείσδυσης σε νέες αγορές που οι διατροφικές συνήθειες είναι διαφορετικές από αυτές της δύσης.
Η ένταση της τροφικής τυποποίησης παρατηρείται ακόμη περισσότερο το τελευταίο διάστημα που ακόμη και το παραγόμενο χύμα λάδι, επιχειρείται να τυποποιηθεί μέσω νέων νόμων που θεσπίζονται προς όφελος των εταιριών. Παράλληλα διαπιστώνεται η πώληση βιολογικών προϊόντων και από εταιρίες που εμπορεύονται και συμβατικά προϊόντα(KNORR, CRETA FARM κλπ), ως μια καθαρά κερδοσκοπική επιλογή. Άλλωστε ένας από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς βιολογικών προϊόντων και διακινητής στον ελλαδικό χώρο, δεν είναι άλλος από τον ιδιοκτήτη της χημικής βιομηχανίας Νεοχημικής (βλέπε: ΙΝΤΕΡΚΕΜ). Όμως σταδιακά φτάνουμε και στη βιομηχανοποίηση-τυποποίηση βιολογικών προϊόντων που η μόνη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ παραγωγού και αγοραστή περιορίζεται μονάχα στη καταναλωτική του διάσταση. Χάνοντας την επαφή του καταναλωτή με τη φύση αφού τα προϊόντα διατίθενται πολλές φορές σε αποστειρωμένα περιβάλλοντα.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, δεν τίθεται θέμα ανάπτυξης, «βιώσιμης» ή «αειφόρου» αφού μέσω των εύηχων διατυπώσεων αποκρύπτεται η εκμετάλλευση του ανθρώπου στο εργασιακό του περιβάλλον, ο επιχειρηματικός καιροσκοπισμός (π.χ. αιολικά πάρκα) και η προώθηση μιας άλλης μορφής καπιταλισμού, του «πράσινου». Αλλά η προσήλωση των στόχων μας δεν πρέπει να είναι η βελτίωση των όρων εκμετάλλευσης, όποιας μορφής(εργασιακής, περιβαλλόντικής κλπ) αλλά στη δημιουργία συνθηκών ελευθερίας.

NESTLE:Εξουσία μέσα από τη διατροφή(τίτλος προπαγανδιστικού βιβλίου για την nestle).

Επιλέξαμε να ασχοληθούμε, ειδικά, με τη Nestle διότι ως η μεγαλύτερη εταιρεία τροφίμων στον κόσμο έχει αποδειχθεί ότι χρησιμοποιεί κατασταλτικές και δολοφονικές μεθόδους ενάντια σε εργαζόμενους, γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς, αποτρέπει τη χρήση μητρικού γάλακτος και γενικά ασκεί εξουσία στη διατροφή μας. Υπολογίζεται ότι η εταιρεία διακινεί παραπάνω από 8500 ετικέτες διεθνώς και σε διάφορους τομείς όπως: παιδικές τροφές, είδη καφέ, εμφιαλωμένα νερά, παγωτά, σοκολάτες, τροφές για ζώα, φαρμακευτικά προϊόντα. Η Nestle ιδρύθηκε το 1866 στη Γενεύη από τον φαρμακοποιό Χάινριχ Νεστλέ, ο οποίος ήδη από το 1847 είχε χημικό εργαστήριο και ανακάλυψε ένα υποκατάστατο του μητρικού γάλακτος, που ονομάστηκε ‘farine lactee’. Κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αι. πραγματοποίησε συγχωνεύσεις με ανταγωνίστριες εταιρείες και το 1938 πρωτοεισήγαγε το στιγμιαίο καφέ Nescafe.
Η Nestle, ως πολυεθνική εταιρεία είναι μια από τις περισσότερο ωφελημένες από την «παγκοσμιοποίηση» της οικονομικής αγοράς. Καταφέρνει και διεισδύει σε όλες τις τοπικές αγορές δημιουργώντας διατροφικές συνήθειες, που είναι ξένες προς το ντόπιο πληθυσμό. Αλλά στο τομέα που κατέχει ηγεμονική θέση είναι στις βρεφικές και παιδικές τροφές με ολέθριες συνέπειες κυρίως στο «τρίτο κόσμο». Χαρακτηριστικό παράδειγμα της προσπάθειάς της να διεισδύσει σε αγορές αναπτυσσόμενων χωρών, είναι αυτό της Ινδίας όπου παρακάμπτει το τοπικό νομοθετικό πλαίσιο που απαγορεύει τις διαφημίσεις για παιδιά και επιθετικά προαγάγει τα προϊόντα της. Είναι η μόνη εταιρία που προσφέρει σε κάθε φαρμακοποιό 200 ρούπιες το μήνα για επίδειξη παιδικών τροφών καθώς και προσφορά διαφόρων δώρων σε γιατρούς για την προώθηση των προϊόντων της.
Πρόσφατα εξαγόρασε την αμερικάνικη εταιρεία παιδικών τροφών Gerber της Νovartis, η οποία αποδεδειγμένα χρησιμοποιεί γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς και ελέγχει παραπάνω από το 40% της διεθνής αγοράς. Επίσης η Nestle έχει δεσμευθεί να αποφύγει τη χρήση μεταλλαγμένων στοιχείων στην ευρώπη παρότι στις ΗΠΑ τα χρησιμοποιεί. Επιπλέον, μελέτη στη Δανία έδειξε τη παρουσία τοξικών φθαλικών (DBP, DEHP και ΒΒΡ) σε βρεφικές τροφές και σε γάλα για νεογνά. H προσπάθεια απόκρυψης ή συγκάλυψης διαφόρων πρακτικών των εταιρειών γίνεται και μέσω μιας άλλης καταναλωτικής διάστασης, αυτής του «δίκαιου εμπορίου». Όπου εταιρείες, όπως και η Νestle, προσπαθούν να εμφανιστούν με «ανθρώπινο πρόσωπο». Η εκμεταλλευτική σχέση μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου δεν εξατμίζεται ούτε με την εφαρμογή διαφόρων κοινωνικών μέτρων ούτε με το «δίκαιο εμπόριο». Παύει να υφίσταται μόνο όταν τα μέσα παραγωγής ελέγχονται από αυτούς που τα χρησιμοποιούν(κολλεκτίβες κλπ) και μονάχα σε αυτές τις πρωτοβουλίες έχει βάση η αλληλεγγύη μας.
Όπως και άλλες πολυεθνικές έχουν κατηγορηθεί για δολοφονίες εργαζομένων που αγωνίζονται ενάντια στην εκμετάλλευση των αφεντικών τους (π.χ. Coca-Cola, Chiquita, Νike)έτσι και η Nestle έχει εμπλακεί τόσο στην επιβολή δικτατοριών σε διάφορες χώρες όσο και στην παρα-κρατική δράση. Συγκεκριμένα στη Κολομβία, οι μεγάλες εταιρείες έχοντας αρχικά διασπάσει τα σωματεία εργατών, στη συνέχεια απολύουν και τελικά προσλαμβάνονται οι ίδιοι απολυμένοι από τους «εργολάβους» με πολύ χαμηλότερο μισθό απαγορεύοντας τους τη συνδικαλιστική δραστηριότητα.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό…
Το 2002 απολύθηκαν 9 εργαζόμενοι της Νestle για συμμετοχή τους σε διαδήλωση διαμαρτυρίας και λόγω της έντονης δραστηριότητας τους δέχονταν απειλές για τη ζωή τους από παρακρατικές ομάδες και αναγκάζονται να μεταναστεύσουν. Ο Λουσιάνο Ενρικούε Ρομέρο έζησε για ένα διάστημα στην ευρώπη και με την επιστροφή του στη Κολομβία, το Σεπτέμβριο του 2005, βρέθηκε νεκρός με δεμένα χέρια . Είχε βασανιστεί και είχε δεχθεί 40 χτυπήματα με μαχαίρι από παρακρατικές ομάδες. Το 2002 ο Ρομέρο είχε παίξει σημαντικό ρόλο στην αποκάλυψη μεγάλου σκανδάλου της Νestle, η οποία άλλαζε την ημερομηνία λήξης στη σκόνη γάλακτος και τη ξαναδιοχέτευε στην αγορά. Συνολικά τη τελευταία δεκαπενταετία έχουν δολοφονηθεί παραπάνω από 2200 εργάτες, 9 εκ των οποίων εργάζονταν στη Νestle. Το τελευταίο διάστημα στοιχεία αποκαλύπτουν τη σχέση παρακρατικών-εταιρειών με βουλευτές, αναγκάζοντας τους τελευταίους να παραιτηθούν από το αξίωμα τους.
Επίσης στην Ασία, που η συγκεκριμένη πολυεθνική δίνει μεγάλη βαρύτητα λόγω πληθυσμιακών ποσοτήτων (πρόσφατα τέθηκε σε λειτουργία, στο Πακιστάν, το μεγαλύτερο εργοστάσιο επεξεργασίας γάλακτος αξίας 70 εκατ. δολαρίων) παρατηρείται η ίδια σχέση με αποτέλεσμα να δολοφονηθεί το Σεπτέμβρη του 2006 στις Φιλιππίνες ο Diosdado Fortuna, συνδικαλιστής της Nestle.
Μια άλλη παράμετρος εκμετάλλευσης από την πλευρά των πολυεθνικών είναι εκείνη της παιδικής εργασίας. Συγκεκριμένα 300.000 παιδιά εργάζονται σε συνθήκες σκλαβιάς στις φυτείες κακάο της Αφρικής. Το 64% είναι κάτω των 14 ετών ενώ περίπου 6000 χαρακτηρίζονται «απλήρωτοι εργάτες χωρίς οικογενειακούς δεσμούς» ως απόρροια των «εμφύλιων» πολέμων που ξεσπούν για την εκμετάλλευσή του.


Θηλασμός και παιδικές τροφές.

Ο θηλασμός παρότι αποτελεί φυσιολογική εξέλιξη της γέννας είναι μια προέκταση της εγκυμοσύνης και εξασφαλίζει στο βρέφος την απαραίτητη ανοσία για να αναπτυχθεί. Την αναγκαία αυτή φυσική διαδικασία επιβίωσης του νηπίου παρακάμπτουν οι εταιρείες τεχνητής βρεφικής τροφής που με εγκληματικό τρόπο υποκαθιστούν το μητρικό γάλα με σκόνη. Τα κέρδη τους σε ετήσια βάση κυμαίνονται στα 9 δις δολάρια εκ των οποίων τα μισά καρπώνεται η Nestle. Η συγκεκριμένη εταιρεία , μαζί με άλλες, προωθούν στα μαιευτήρια δείγματα τεχνητής σκόνης, με την αγαστή συνεργασία (συνεργία;) γιατρών και μαιών, παρότι αυτό δεν επιτρέπεται ούτε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Για παράδειγμα, τρέφουν κρυφά ή φανερά τα νεογνά με τεχνητό τρόπο για να αποκτήσουν συγκεκριμένη διατροφική συνήθεια και να είναι εξαρτημένα από αυτή. Υπολογίζεται ότι 1,5 εκατομμύριο νήπια, κυρίως στο «τρίτο» κόσμο, πεθαίνουν κάθε χρόνο από διάρροια επειδή δεν θηλάζονται, ως αποτέλεσμα της προώθησης των τεχνητών τροφών. Πρόσφατα φαρμακευτικές εταιρείες έκαναν γνωστό ότι παρασκεύασαν εμβόλιο κατά της διάρροιας και ότι η χρήση του θα αποτρέψει πολλούς θανάτους. Δεν είπαν φυσικά ότι η αιτία του συμπτώματος αυτού είναι το αποτέλεσμα της χρήσης βιομηχανοποιημένης τροφής. Λόγω του μεγάλου κόστους του υποκατάστατου μητρικού γάλακτος, που σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπερνά το μισό οικογενειακό εισόδημα, οι μητέρες αναγκάζονται να το αραιώνουν δυσανάλογα προκαλώντας υποσιτισμό και διάρροια. Επίσης η έλλειψη καθαρού νερού οδηγεί στη μη σωστή απολύμανση των μπουκαλιών δημιουργώντας συχνές μολύνσεις στα νήπια. Γίνεται φανερό ότι οι συγκεκριμένες καταστάσεις είναι αποτέλεσμα επιλογών των εταιρειών που θυσιάζουν τους πάντες για το κέρδος.
Λόγω αυτής της στάσης της Nestle είναι η εταιρεία που έχει δεχθεί το μεγαλύτερο μποϊκοτάρισμα από όλες τις πολυεθνικές, αρχής γενομένης από το 1977 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Όμως, αυτές οι μορφές πίεσης πολλές φορές δημιουργούν σύγχυση στους καταναλωτές και δεν εμβαθύνουν σημαντικά στις αιτίες του φαινομένου εκμετάλλευσης, γι’ αυτό ο στόχος μας οφείλει να είναι ΣΑΜΠΟΤΑΖ ΣΤΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ.

Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΟΥΤΕ ΚΑΘΑΡΙΖΕΤΑΙ ΟΥΤΕ ΑΝΑΚΥΚΛΩΝΕΤΑΙ ΑΝΑΤΡΕΠΕΤΑΙ

Και ξαφνικά όλοι ακούμε για το RDF (refuse derived fuel), το τυποποιημένο στέρεο καύσιμο προερχόμενο από απορρίμματα που παράγονται στο Εργοστάσιο Μηχανικής Ανακύκλωσης & Κομποστοποίησης (ΕΜΑΚ) των Άνω Λιοσίων. Παρότι από τη δεκαετία του ‘90 υπήρξαν σημαντικές αντιρρήσεις από αρμόδιους φορείς για την δημιουργία ΕΜΑΚ, το κράτος προχώρησε στην ίδρυση τους. Τα κύρια επιχειρήματα ενάντια στη δημιουργία των ΕΜΑΚ είναι το υψηλό κόστος επένδυσης και λειτουργίας και η πολύ μικρή καθαραρότητα των παραγόμενων ανακυκλώσιμων υλικών συγκρινόμενη με την Διαλογή στην Πηγή. Τα πλαστικά και άλλα υλικά δεν διαχωρίζονται όπως είναι αναμειγμένα με τα υπόλοιπα σκουπίδια και το παραγόμενο κομπόστ αποτελεί τη χειρότερη δυνατή ποιότητα που μπορεί να παραχθεί από μονάδες κομποστοποίησης, αφού μπορεί να περιέχει ξένες ύλες ή και επικίνδυνες ουσίες π.χ. βαρέα μέταλλα, καρκινογόνες ενώσεις κ.α. Επιπλέον παράγεται σημαντική ποσότητα υπολειμμάτων (περίπου το 25-40% των εισερχομένων), και ασφαλώς RDF (πλαστικό, χαρτί και άλλα καύσιμα υλικά), που κατά τον αρχικό σχεδιασμό οι κρατούντες δεν είχαν προβλέψει πως θα το διαχειριστούν. Κατά τα λοιπά το ΠΕΧΩΔΕ σχεδίαζε τον τρόπο διαχείρισης απορριμμάτων του λεκανοπεδίου! Γιατί όμως επιλέχθηκε η ακριβότερη λύση και από ότι φαίνεται αναποτελεσματική για την ορθολογική χρήση των αστικών αποβλήτων; Γιατί απλούστατα ότι είναι ακριβό για εμάς είναι επικερδές γι’ άλλους (τεχνικές εταιρείες, βιομηχανίες εξοπλισμού κλπ).
Κάτω από αυτές τις αποφάσεις και μεθοδεύσεις φθάσαμε στο σημείο να παράγονται μόνο το 2007 100.000 τόνοι RDF ενώ η ίδια ποσότητα είχε παραχθεί κατά την προηγούμενη διετία. Το RDF καίγεται είτε σε ειδικές μονάδες (ρευστοποιημένης κλίνης), είτε σε σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, είτε τέλος σε τσιμεντοβιομηχανίες συνήθως με μορφή μπρικέτας. Η τελευταία χρήση είναι εκείνη που ενδιαφέρει την ΑΓΕΤ ως εναλλακτικό καύσιμο για την παραγωγή της. Η καύση του RDF συνοδεύεται από τα ίδια προβλήματα που κατατρέχουν την καύση του συνόλου των απορριμμάτων. Ακόμη κι αν υπήρχε τεχνικά η δυνατότητα της πλήρους ή τέλειας καύσης, θα παρέμενε το πρόβλημα των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα (CO2), το οποίο αποτελεί το κυριότερο αέριο του θερμοκηπίου και το οποίο ευθύνεται για την αποσταθεροποίηση της ατμόσφαιρας του πλανήτη. Με την χρήση της καλύτερης δυνατής τεχνολογίας, οι αποτεφρωτήρες εξακολουθούν να εκπέμπουν τοξικά βαρέα μέταλλα, άκαυστα απόβλητα και προϊόντα ατελούς καύσης. Το 40-80% των συνολικών εκλύσεων διοξινών σε πολλές βιομηχανικές χώρες προέρχεται από εργοστάσια καύσης αποβλήτων(Πηγή: Allsopp M, Costner P, Johnston P, (2001). Incineration and human health. State of knowledge of the impacts of waste incinerators on human health. Greenpeace Research Laboratories. University of Exeter, UK.)
Σύμφωνα με αναφορά της Ε.Ε. ιδιαίτερη ανησυχία προκαλούν οι αυξημένες εκπομπές υδραργύρου από βιομηχανικές μονάδες που καίνε RDF, καθώς και η παρουσία τοξικών βαρέων μετάλλων στα τελικά προϊόντα που αυτές παράγουν όπως το τσιμέντο (Πηγή: European Commission (2003). Refuse Derived Fuel: Current Practice and Perspectives – Final Report. July 2003, σελ. 82).
Είναι γνωστό, με βάση διεθνώς αποδεκτούς δείκτες εκπομπών, ότι μια τσιμεντοβιομηχανία εκπέμπει αέριους ρύπους, μεταξύ των οποίων υδράργυρο και διοξίνες(η Σύμβαση της Στοκχόλμης για τους τοξικούς ρύπους POPs αναφέρει ξεκάθαρα την επικινδυνότητα των ρύπων που προκαλούνται από καύση αποβλήτων και μέσω των βιομηχανικών καυστήρων). Οι ασθένειες και οι συνέπειες που προκαλούνται από τις παραπάνω ουσίες είναι καταγεγραμμένες διεθνώς, οι σημαντικότερες είναι: εμφάνιση καρκίνου, διαβήτη, καρδιαγγειακών νόσων κλπ. Ο υδράργυρος είναι επίσης εμμένουσα και σταθερή τοξίνη που βιοσυσσωρεύεται και συνεπώς δεν αποβάλλεται ποτέ από τον οργανισμό. Στις πιο ευπαθείς ομάδες πληθυσμού συγκαταλέγονται τα αναπτυσσόμενα έμβρυα και τα μικρά παιδιά, η ανάπτυξη των οποίων επηρεάζεται σημαντικά από την έκθεση σε υδράργυρο. Ο υδράργυρος μεταφέρεται από τις κυοφορούσες μητέρες στα έμβρυα μέσω του πλακούντα, όπως επίσης και μέσω του μητρικού γάλακτος στα νήπια. Στις ΗΠΑ, εκτιμάται ότι ένα στα δέκα παιδιά γεννιούνται κάθε χρόνο με αυξημένες νευρολογικές διαταραχές, εξ αιτίας της έκθεσης σε υδράργυρο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Αλλά μήπως η επικινδυνότητα της καύσης του RDF συμβαδίζει με την επικινδυνότητα εκείνων που μας εξουσιάζουν; Σίγουρα η πολιτική και οικονομική ελίτ εμφανίζεται και στον τομέα των αστικών αποβλήτων να έχει έναν ρόλο απόλυτα οικονομίστικα διαχειριστικό που η λογική του λιγότερου κακού κατέχει πρωτεύοντα ρόλο. Εμφανίζουν την καύση του RDF στις τσιμεντοβιομηχανίες ως την πλέον ενδεδειγμένη λύση όχι γιατί δεν ρυπαίνει αλλά επειδή τα σταθμισμένα συνολικά οφέλη(βλέπε οικονομικά) είναι περισσότερα σε σύγκριση με άλλες περιπτώσεις. Γι’ αυτό και το στοίχημα είναι σημαντικό όχι μόνο για τη περιοχή μας αλλά για οπουδήποτε υπάρχει τσιμεντοβιομηχανία. Και ας καταλάβουν επιτέλους όλες οι βιομηχανικές μονάδες του νομού ότι η εποχή της επαπειλούμενης ανεργίας τελείωσε γιατί τα διακυβεύματα είναι πολύ περισσότερα από μια θέση εργασίας. Είναι η ίδια μας η ζωή!
ΚΑΜΙΑ ΚΑΥΣΗ RDF ΟΥΤΕ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΟΥΤΕ ΤΗΣ ΕΥΒΟΙΑΣ

Δευτέρα 3 Μαρτίου 2008

Λίγη Ακόμη Ρύπανση Κουφάλες Οικολόγοι

Λίγη Ακόμη Ρύπανση Κουφάλες Οικολόγοι

Η ΛΑΡΚΟ μια από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες του ελλαδικού χώρου δραστηριοποιείται στην εξόρυξη σιδηρονικελίου και οι βασικές της εγκαταστάσεις βρίσκονται στην Λάρυμνα Φθιώτιδας όπου γίνεται η επεξεργασία του μεταλλεύματος ενώ οι εξορύξεις πραγματοποιούνται σε Κεντρική Εύβοια, Βοιωτία και Καστοριά. Το σιδηρονικέλιο αποτελεί το βασικό στοιχείο για την παραγωγή ανοξείδωτων σκευών και η ΛΑΡΚΟ αποτελεί βασική προμηθεύτρια πολυεθνικών κολοσσών. Από την ετήσια (2006) οικονομική αναφορά της εταιρείας παρατηρείται ότι κατέχει το 40% μερίδιο παραγωγής πανευρωπαϊκά, κατατάσσοντας την στις πέντε μεγαλύτερες παγκοσμίως. Οι εξαγωγές της αποτελούν το 2,1% των συνολικών εγχώριων εξαγωγών και είναι η μεγαλύτερη μεταλλουργική εταιρεία από άποψη εγκαταστάσεων (πλην Ρωσίας) στην Ευρώπη. Επίσης η μετοχική της σύνθεση κατανέμεται ως εξής: Εθνική Τράπεζα 36%, ΔΕΗ 28% και Υπουργείο Οικονομικών 36%, συνεπώς μιλάμε για μια ουσιαστικά κρατική εταιρεία. Με την παράθεση των οικονομικών και παραγωγικών στοιχείων γίνεται αντιληπτό ότι η ΛΑΡΚΟ αποτελεί έναν από τους βασικότερους βραχίονες του κρατικού οικονομικού σχεδιασμού. Αυτή της η δυναμική ισοδυναμεί με το να συμπεριφέρεται ως «κράτος εν κράτει» στις περιοχές που έχει τα μεταλλεία της.
Σήμερα, η ΛΑΡΚΟ διαπράττει δυο μορφών ρυπάνσεις, η μία πραγματοποιείται στις περιοχές εξόρυξης και η δεύτερη στη θαλάσσια περιοχή του βόρειου ευβοικού όπου η εταιρεία εναποθέτει τη λεγόμενη «σκουριά». Οι καταστροφές από την εξόρυξη είναι: κόψιμο χιλιάδων δέντρων, αποψίλωση δασών, τεράστιες ποσότητες μπαζών καλύπτοντας ολόκληρες πλαγιές, καταστροφή υδροφόρου ορίζοντα, διάνοιξη δρόμων για τα βαρέα οχήματα. Αλλά όπως είπαμε αυτή είναι μόνο η μια πλευρά του κακού, η άλλη είναι στη ρύπανση του βόρειου ευβοϊκού από τη σκουριά (σκωρία) που είναι υπόλειμμα της επεξεργασίας του μεταλλεύματος. Σύμφωνα με το ΠΕΧΩΔΕ η σκουριά περιλαμβάνει βαρέα μέταλλα όπως νικέλιο, χρώμιο, κάδμιο και υδράργυρο. Υπολογίζεται ότι από τα 2 εκατ. τόνους σκουριάς/έτος που παράγεται το 1 εκατ. τουλάχιστον ρίχνεται στο βόρειο ευβοϊκό, ενώ το υπόλοιπο πωλείται σε τσιμεντοβιομηχανίες ή ως υλικό αμμοβολής. Η ρίψη γίνεται μέσω δυο φορτηγίδων-πλοίων που αποπλέουν από τη Λάρυμνα, με καθ’ όλα νόμιμο τρόπο αφού το κράτος χορηγεί διαρκώς άδειες. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 1998 η εκάστοτε κυβέρνηση υπόσχεται ότι η ρίψη αποβλήτων θα τερματιστεί το 2000,2001,2004, 2007… Όπως έχει καταγραφεί και σε σχετικές επιστημονικές μελέτες, η απόρριψη της σκουριάς έχει προκαλέσει σημαντικά προβλήματα στο θαλάσσιο περιβάλλον και στους οργανισμούς που ζουν στην περιοχή . Από διάφορες μετρήσεις και αναλύσεις που έχουν γίνει στα αλιεύματα της περιοχής προκύπτει ότι η περιεκτικότητά τους σε τοξικά βαρέα μέταλλα είναι τόσο υψηλή, που η μακρόχρονη κατανάλωσή τους ενέχει κινδύνους για τη δημόσια υγεία.
Τελευταία η ΛΑΡΚΟ ζητά από το Δημόσιο να τις παραχωρηθούν για εκμετάλλευση 4000 στρέμματα στην Κεντρική Εύβοια εκ των οποίων τα 1800 στρέμματα αποτελούν σπάνιο είδος δάσους κεφαλληνιακής ελάτης. Καθώς και 10.000 στρέμματα στην περιοχή της Κύμης για ερευνητικές γεωτρήσεις. Παρότι και στις δυο περιπτώσεις αρκετοί σύλλογοι, κάτοικοι κ.ά. αντέδρασαν στις επεκτατικές βλέψεις της εταιρείας, οι τοπικοί άρχοντες παρουσίασαν προβληματική και ύποπτη στάση. Δείχνοντας για ακόμη μια φορά ότι δεν επιτρέπεται να έχουμε καμία εμπιστοσύνη σε κανένα άρχοντα αλλά αντίθετα επιβάλλεται η δική μας παρέμβαση με άμεσο και αυτοοργανωμένο τρόπο, απέναντι στην κρατική και οικονομική εξουσία.
Αλλά δυστυχώς αρωγοί στα καταστρεπτικά σχέδια της ΛΑΡΚΟ εμφανίζονται οι συνδικαλιστές της, που σε ανακοίνωση της αναφέρουν: «Σ' ότι μας αφορά είμαστε ανοιχτοί στον όποιο διάλογο που θα έχει την προϋπόθεση της συνύπαρξης με σκληρούς όρους, όμως ξεκαθαρίζουμε σ' όλους τους "άλλους" ότι χαρακτηρίζονται εχθροί μας με ότι αυτό συνεπάγεται, είμαστε αποφασισμένοι και να συγκρουστούμε και να χτυπήσουμε αλύπητα όποιον επιχειρήσει να παίξει με το μεροκάματό μας.Δεν προειδοποιούμε, απειλούμε και βάλτε το καλά στο μυαλό μας. Αρκετά παίξατε. Τα πράγματα έχουν δυσκολέψει. Δεν θα επιτρέψουμε να χαθεί καμιά θέση εργασίας.Γιατί καλώς ή κακώς ανεπτυγμένη οικολογική συνείδηση έχουν οι "χορτάτοι". Οι πεινασμένοι καίνε δάση για να πουλήσουν ξύλα, ρίχνουν δυναμίτη στη θάλασσα για να φάνε ψάρια, καίνε λάδια καμένα για να ζεσταθούν.Σίγουρα πιστεύουμε ότι όσοι σκέπτονται υγιώς δεν θα ήθελαν τέτοιες καταστάσεις. Κάτι που για μας έχει αξία. Ανταλλάσσουμε κύριοι το μεροκάματό μας στη ΛΑΡΚΟ με μια θέση στο δημόσιο.»
Θεωρούμε ότι τέτοιες αναλύσεις φανερώνουν συγκεκριμένες αξίες αυτής της κοινωνίας, όπως ωχαδερφισμό και ατομισμό που δυστυχώς είναι διάχυτες παντού. Οι διαμορφωτές και χειραγωγοί των συγκεκριμένων αξιών-μμε και θεσμοί- στοχεύουν εκτός των άλλων και στο να κατασκευάζουν αντιπάλους και εχθρούς εντός των τειχών. Όταν οι συνδικαλιστές της ΛΑΡΚΟ δεν βλέπουν τον εχθρό τους στο κράτος-αφεντικό που τους εξασφαλίζει απάνθρωπες συνθήκες εργασίας μέσα στα φουρνέλα, φορτηγίδες που μπάζουν νερά και διευθυντικά στελέχη αλεξιπτωτιστές της εκάστοτε εξουσίας που αμείβονται με μερικές χιλιάδες ευρώ κάθε μήνα τότε η ελίτ δεν έχει να φοβάται τίποτα. Αλλά εμείς τα πάντα…και γι’ αυτό τις απειλές, κύριοι συνδικαλιστές, κρατείστε τες για τα αφεντικά σας, όταν θα πάψουν να σας χρειάζονται ως διεκπεραιωτές των δύσκολων αποστολών …